Η νευρική ανορεξία είναι μια γενετικά καθορισμένη διαταραχή του εγκεφάλου. Αυτό θα πει ότι υπάρχουν άτομα των οποίων το γενετικό προφίλ καθιστά τον εγκέφαλό τους περισσότερο ευαίσθητο στη συγκεκριμένη διαταραχή σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Στην πραγματικότητα αυτό που κάνουν τα γονίδια είναι να δημιουργούν το υπόστρωμα πάνω στο οποίο έρχονται να επιδράσουν οι άλλοι παράγοντες που πυροδοτούν την εκδήλωσή της. Και εδώ ο κοινωνικός παράγοντας είναι πολύ ισχυρός.
Ζούμε σε μια κοινωνία η οποία προωθεί ενεργά τη λεπτή σιλουέτα ως ιδανικό. Τα παιδιά ακούνε από πολύ μικρά ότι το να είναι κανείς λεπτός είναι καλό και το να παχαίνει είναι κακό. Στη συνέχεια έρχεται η εφηβεία, η οποία είναι μια περίοδος δραματικών αλλαγών που αφορούν την εμφάνιση και την ψυχολογία.
Οι ευαίσθητοι στην ανορεξία έφηβοι είναι στην πλειονότητά τους αγχωμένα παιδιά. Βιώνουν με δραματικό τρόπο καταστάσεις που σε άλλους συνομηλίκους τους δεν προκαλούν το ίδιο έντονο στρες. Ετσι ένας χωρισμός, μια αλλαγή σχολείου, μια πίεση για τα μαθήματα μπορεί να λειτουργήσουν σαν πυροδοτικοί μηχανισμοί για τη νευρική ανορεξία.
Είναι μια ασθένεια που μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο νέα παιδιά. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι ύστερα από πέντε χρόνια μόλις το 40%-50% των πασχόντων είναι θεραπευμένο.
Κατ’ αρχάς πρόκειται για μια διαταραχή που χαρακτηρίζεται από στρεβλώσεις και αντιθέσεις. Η κύρια στρέβλωση αφορά την εικόνα που έχει ο πάσχων για τον εαυτό του. Οι ασθενείς είναι εξαιρετικά λεπτοί αλλά θεωρούν τον εαυτό τους παχύ. Είναι πολύ σοβαρά άρρωστοι, αλλά θεωρούν ότι είναι απολύτως καλά. Πεινούν, αλλά είναι πεπεισμένοι ότι έχουν φουσκώσει με την πρώτη κιόλας μπουκιά. Είναι συνήθως πολύ επιτυχημένα παιδιά στα μαθήματα ή σε ό,τι άλλο κάνουν, αλλά έχουν πολύ χαμηλή αυτοεκτίμηση. Θέλουν να γίνουν καλά, αλλά και δεν θέλουν να γίνουν καλά.
Χρειάζεται μια ομάδα που θα αποτελείται από έναν ψυχίατρο, έναν παθολόγο και έναν διαιτολόγο, και όλοι αυτοί θα πρέπει να είναι σε αγαστή συνεργασία με την οικογένεια για να μπορέσει να δημιουργηθεί το υποστηρικτικό πλαίσιο που θα βοηθήσει τα παιδιά στον τιτάνιο αγώνα τον οποίο δίνουν.
Οποιοδήποτε παιδί που δεν είναι παχύσαρκο ή υπέρβαρο και αρχίζει συστηματική και εξαντλητική δίαιτα χρειάζεται προσοχή. Το μότο “είμαι χοντρή” που επαναλαμβάνεται συνεχώς και δεν περιγράφει την πραγματικότητα πρέπει να μας υποψιάσει. Ομοίως πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις η εμμονική ενασχόληση με τη γυμναστική.
Οι γονείς θα πρέπει να έχουν τις κεραίες τους όρθιες για να αντιληφθούν αυτές τις διαφορές. Πρέπει να ακούνε τα παιδιά τους, να ακούν τα λόγια που λένε και να “καταγράφουν” τις συμπεριφορές τους. Να δίνουν προσοχή στις σκέψεις των εφήβων παιδιών τους ώστε να μπορέσουν να διαγνώσουν τη σοβαρότητα του προβλήματος.
Οπως ακριβώς δεν μπορούμε να απαιτούμε από έναν ασθενή με καρκίνο ή με πνευμονία να θεραπευθεί διά της βούλησής του από την ασθένειά του, έτσι δεν μπορούμε να ζητούμε κάτι τέτοιο από τους πάσχοντες από νευρική ανορεξία. Δεν ωφελούν λοιπόν οι θυμοί ή οι ατέρμονες συζητήσεις με λογικά επιχειρήματα. Τα παιδιά δεν μπορούν μόνα τους να αντιμετωπίσουν την ασθένειά τους, χρειάζονται υποστηρικτικό πλαίσιο και σε αυτό το πλαίσιο ο περίγυρός τους είναι εξίσου σημαντικός με τους θεράποντες ιατρούς.
Το παιδί πρέπει να παίρνει αγάπη, αγκαλιά και στοργή, αλλά να γνωρίζει ότι θα παίρνει και το φάρμακό του, έστω και αν αυτό είναι μόνο το φαγητό. Είπαμε, μιλάμε και συμπαραστεκόμαστε στο παιδί μας για να καθησυχάσουμε τις αγωνίες του αλλά δεν μιλάμε στην ασθένειά του!